Τετάρτη 9 Οκτωβρίου 2013

Από τη συλλλογή τ` Αρτινά μου-Ηπειρωτικοί Αντίλαλοι






   Η ΚΩΣΤΗΛΑΤΑ

   Κάθε που ακούω να τραγουδάνε την Κωστηλάτα ( ψηλά στην Κωστηλάτα στα κρύα τα νερά-χορεύουν τα κορίτσια με τα` ασπροζώναρα…)με πιάνουν τα γέλια καθώς θυμάμαι το ρεζιλίκι μου ή για να το πω πιο σωστά τα γέλια που βάλανε οι αγαθοί τσομπαναραίοι εκεί ψηλά
   Η ιστορία αρχίζει όπως όλες οι ιστορίες. Μια φορά κι έναν καιρό. Δηλαδή μερικά χρόνια πριν. Μπορεί 10, μπορεί 15 χρόνια  πιο μπροστά.
   Αξίζει να τη διηγηθώ καθώς μοιάζει μ` εκείνο το μηδείς αγεωμέτρητος εισίτω(Πλάτων) Εδώ μηδείς αγεωγράφητος περί τα Τζουμέρκα … Αρτινός!
    Άρτα .Ουζερί. Στου Κακαβά(αργότερα έμαθα ότι εκεί συχνάζουν μόνο οι Μελισουργιώτες. Δεν το `ξερα) Μεσημέρι κι απολαμβάνω το καθιερωμένο –κατά οικογενειακή παράδοση  ουζάκι μου.
-Από πού είσι καλόπαιδο- με ρωτάει.
 -Απ` τ`ν Άρτα.
-Λιέω από ποιο χουργιό.
-Ιδώ μέσα απ` τ`ν Άρτα.
 Γύρισε και με κοίταξε σα να μη του άρεσε η απάντηση.
-Οι δ`κοί σ`;
-Από δω μέσα κι αυτοί.
-Δηλαδή –μπήκε στην κουβέντα ο διπλανός του-σα να λέμι είσαι αστός τ`κιρατά.
-Ε, όχι και τ`κιρατά.
Γελάσαμε και γίναμε παρέα. Θα πιείς ένα τσιπράκι;
-Θα πιώ.
 -Δε γίνιτι. Είπε ένα άλλος της συντροφιάς .Όλοι απ` τα β`να κατιβήκαμαν, Πράμαντα, Αγναντα, Αθαμάνιο, Θοδώριανα, Καλιντιν` Βουργαρέλ` Ρουδαυγή ,Καταραχτ`ς. Οι δ`κοι σου από πού κίν`σαν.

  Κάπως έτσι αποφάσισα να πάω να γνωρίσω τον τόπο .Όχι τίποτ` άλλο, παρά, να ξέρω να λέω κι εγώ μια γενέθλια περιοχή. Απ` τον Καταράχτη να πούμε. Απ τις Καλλαρύτες ή απ το Συρράκο που όσο και να πεις έχουν κάτι το ηρωικό μέσα τους. Να λέω αστός μεν, αλλά …από καπετανέικο σόι.
   Φορτώσαμε, με το βαφτιστήρι μου το Νϊκο Πίσπερη, τα γυναικόπαιδα και πήραμε  δρόμο  το δρόμο. Καθήσαμε (κάτσαμαν, βρε αγράμματε) στο Βουργαρέλι να κάνουμε καρδιά, να πιούμε ένα ρακογυάλι τσίπουρο οι…μάχιμοι και ένα καφέ οι γυναίκες, φάγαν και τα παιδιά το προσφάι που κουβαλαγαν οι μανάδες κι απέ δρόμο για τ`αψήλου. Κάτω ένα πανόραμα μοναδικό, ο Άραχθος να στραφταλίζει στο ηλιοφώς φιδόνοντας  μέσα στον κάμπο μεγαλόπρεπος –θεϊκός, αφέντης που δεν καταδέχεται μοιρασιές της παντοκρατορίας του με άλλους και να χάνεται πέρα μακριά κατά τη θάλασσα ορίζοντας χλωρίδες και πανίδες!
  Μιας στάση ακόμη στο Αθαμάνιο να ρωτήσουμε το παιδόπουλο, το τσομπανάκο που συναντήσαμε: Μακριά ακόμη το Θοδώριανα .
  -Όι, έγνεψε με το κεφάλι του. Εκεί για στ`ν στρουφή θα τα δείτε.
  Α , ρε πατρίδα έρμη. Αλλάζεις σιγά –σιγά κι ούτε το παίρνουμε χαμπάρι. Ούτε τσαρούχια πια, έστω άρβυλα αδερφέ, ούτε γκλίτσες αρδιασμένες στην πεζούλα, ούτε γριές να κάθονται στο κεφαλόσκαλο να γνέθουν στη ρόκα ή να πλέκουν τα τσουράπια των παιδιών και τη φανέλα του νοικοκύρη. Στον καφενέ άλλος με σπορτέξ κι άλλος με σκαρπίνια. Οι κοπελιές με μίνι και γοβάκι, ξεμπράτσωτες !
 Αι χαλασιά μ`χάλασι ου κόσμους !!!
  Πως του το`χανε παραγγέλλει του Ιουλιανού: «Μηκέτι Φοίβος έχει καλύβην ου μάντιδα δάφνην, Απέσβετω λάλον ύδωρ» κι αν δεν ήταν κάτι γεροπαλαιοί να βαστάνε στα μετερίζια του χρόνου τη ντοπιολαλιά (εκείνην τη γλώσσα που βαστά κάτι το βουνίσιο που θαρρείς κι ακούς  κυπριά και γιδοκούδουνα και τον αέρα να σελαγάει ανάμεσα στα σκίντα και τα πουρνάρια) δεν θα ξέραμε που βρισκόμαστε .
  -Είναι μακριά η Κωστηλάτα  -ρώτησε η αφέλειά μου.
  Γυρίσανε και με κοίταξαν. «Θα πας στ` Κωστηλάτα;»
-Ναι λέω, για κει κινήσαμε.
 -Και με τι θα πας – ρώτησε ένας απ` τον καφενέ που έπαιζε τάβλι παραδίπλα, κρατώντας τη ζαριά του ανάερη.
-Με το αμάξι μου είπα και έδειξα το ρόβερ, τάχα καμαρώνοντας.
Κι εκεί ήταν που έβαλαν τα γέλια ένα γύρω. «Ξέρ`ς που είνι η Κωστηλάτα; Για κοίτα κεί ψηλά. Αυτή ειν` η Κωστηλάτα .Μόνο μι τρακτέρ κι αν πας απόσωσε κάποιος τους και ξαναβάλανε τα γέλια!!!
                         Σταύρος Ιντζεγιαάννης

Δεν υπάρχουν σχόλια: