Παρασκευή 10 Αυγούστου 2012

OΙ ΑΓΙΟΙ ΒΑΡΝΆΒΑς ΚΑΙ ΣΟΦΡΏΝΙΟΣ-ΜΑΡΤΙΝΗΣ

Παρουσίαση –σχόλια


Σταυρος Ιντζεγιαννης



ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΜΑΡΤΙΝΗ



ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΒΑΡΝΑΒΑΣ ΚΑΙ ΣΩΦΡΟΝΙΟΣ

Οι κτήτορες της Ι.Μονής Σουμελά



Μια νέα έκδοση πρόσθεσε στην προσωπική του βιβλιοθήκη ,ο θεολόγος Dr του Ινστιτούτου Ανατολικών Σπουδών του Γρηγοριανού Πανεπιστημίου Ρώμης και τ. Σχολικός Σύμβουλος κ Παναγιώτης Μαρτίνης, Άρχων Ιερομνήμων της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας.

Πρόκειται για την υπό τον τίτλον «ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΒΑΡΝΑΒΑΣ ΚΑΙ ΣΩΦΡΟΝΙΟΣ» μελέτη και παράφραση, του «χαρτώου κώδικα υπ` αριθμ 268 της Ι.Μ. Διονυσίου του Αγίου Όρους» που αναφέρεται στην

Οδοιπορία από Αθηνών εις Πόντον των οσίων Βαρνάβα και Σωφρονίου ιδρυτών και κτητόρων της ιστορικής μονής της Παναγίας Σουμελά . Εκδόσεις Ταώς –Πάτρα Μάιος 2012 σελ 350 πλουτισμένη με έγχρωμες φωτογραφίες.

Στην ουσία πρόκειται για δύο βιβλία σε ένα, καθώς ο αναγνώστης, παρακολουθεί τόσο στο αρχικό κείμενο το συγγραφέν υπό του Ακακίου του Σαβαϊτη και διασωθέν εν αντιγραφή υπό του μοναχού Συμεών εν έτη 1446 με τη γλώσσα και τη γραφή του, όσο και στην παράφραση και απόδωσή του σε ωραία πολυτονική γλώσσα με κάποιες παρεμβάσεις στη δομή για ευχερέστερη ανάγνωση του, υπό του θεολόγου κ Παν Μαρτίνη.

Ο αναγνώστης παρακολουθεί την κοπιώδη –θα έλεγε κανείς μυθιστορηματική –περιπλάνηση των Αγίων Βαρνάβα και Σωφρονίου οι οποίοι ορμώμενοι από τον θρησκευτικό τους ζήλο και με την παραίνεση και ευλογία της Θεομήτορος, ξεκινώντας από την Αθήνα ( 4ος αιώνας) με μία περιπετειώδη οδοιπορία από πόλη σε πόλη και από μοναστήρι σε μοναστήρι φθάνουν στο όρος Μελά του Πόντου όπου και έκτισαν στη θέση Σουμελά ( στου Μελά –κατά την Ποντιακή διάλεκτο, σου Μελά- Σουμελά) το ομώνυμο και περιλάλητο στα πέρατα της Ορθοδοξίας μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά. Εκεί όπου μετά την ερήμωση του από τον βίαιο ξεριζωμό του ελληνισμού του Πόντου ( 1919 έως και 1922,αλλά και πιο πριν και μετά) επαναλειτούργησε ο Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος κατά την εορτή της Θεοτόκου 15Αυγούστου το 2010 και 2011.Ας ελπίσουμε δε και φέτος τη αδεία βεβαίως των Τουρκικών αρχών.

Το ιδιαίτερο της μελέτης και παράφρασης του κ Μαρτίνη σχετικά με τους κτήτορες της Μονής, Βαρνάβαν και Σωφρόνιον έγκειται εις το ότι παραθέτει σε 140 σελίδες το πρωτότυπο και ακολούθως σε άλλες 147 σελίδες τη δική του απόδωση, χωρίς να παραλείπει σε πολλά χωρία να παραθέτει και το αρχικό κείμενο ώστε ο αναγνώστης να μετέχει παράλληλα και στην αρχική γραφή.

Ο κ. Μαρτίνης γνώστης σε βάθος της εκκλησιαστικής γλώσσας (γραφή και ερμηνεία) μπόρεσε χάρη στη θεολογική του κατάρτιση, το συγγραφικό του αισθητήριο και τον θρησκευόμενο συνειδησιακό του χώρο να αποδώσει σε μια άκρως επιτυχημένη παράφραση ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον πολυεπίπεδο ανάγνωσμα για ένα επίσης πολυεπίπεδο πνευματικά κοινό, ώστε να απαντά και να θέλγει διαφορετικούς και με διαφορετικά ενδιαφέροντα και καλλιέργεια αναγνώστες. Εξ άλλου το γεγονός ότι η παράφραση γίνεται σε τρίτο πρόσωπο πλέον και με δομή χωρισμένη σε κεφάλαια –ενότητες προσδίδει μια διαφορετική πεζογραφική , διηγηματογραφική

μορφή στο αγιολογικό κείμενο.

Πράγματι, ο πιστός θα παρακολουθήσει μια θρησκευτική οδοιπορία, όπου με οδηγό και ενισχυτή της προσπάθειας τη Θεομήτορα, ξεπερνώντας με απίστευτες δυσκολίες ,τις όποιες αντιξοότητες, δύο μοναχοί – μετέπειτα ανακηρυχθέντες Άγιοι-ρακένδυτοι, νηστικοί, βαδίζοντας σε άγνωστους δρόμους, με μόνο συνοδοιπόρο την προσευχή τους, ξεπερνώντας ακόμη και τις κάποιες στιγμιαίες ολιγοπιστιές τους, πραγματώνουν κατ`εμέ, τον λόγο του Κυρίου. «Εάν έχητε πίστην ως κόκκον σινάπεως ερείτε τω όρη τούτω μετάβηθι εντεύθεν εκεί και μεταβήσεται και ουδέν αδυνατίσει υμίν» Ματθαίος κεφ.17,20

Οι απίστευτες περιπέτειες των δύο μοναχών εκπέμπουν για τον πιστό το μήνυμα –και ενδυναμώνουν την πίστη του- ότι με τη χάρη του Κυρίου και τη μεσιτεία της Παναγίας Μητέρας του μπορούν να κατορθώσουν τα ακατόρθωτα κι αυτό ίσως είναι το βαθύτερο μήνυμα που δίνει η περιπλάνησή τους, πέρα από τα βιογραφικά τους στοιχεία και το ιστορικό της ίδρυσης της Μονής Σουμελά, που κι αυτό είναι άγνωστο σε πολλούς. Ο εν περιπλανήσει βίος τους μέχρι την ίδρυση της Μονής στο όρος Μελά του Πόντου και η θαυματουργός μετάβαση της ιεράς εικόνας της Παναγίας εκεί (μία από τι τρεις αγιογραφίες της Παναγίας υπό του …Λουκά ιερωτάτου ) πόρω απέχουν από το να είναι ένα απλό συναξάρι , όπως θα νόμιζε κανείς των δύο Αγίων και γίνονται ιστορική κατάθεση για μοναστήρια, ιεράρχες, τοπωνύμια, ακόμη και γλώσσα.

Ακόμη-ακόμη, ο προσεκτικός αναγνώστης που ψάχνει να βρει (πέρα από τα μηνύματα) τη δύναμη της έκφρασης ,τη συγγραφική τεχνική, την ικανότητα να παραφράσεις ένα κείμενο με τόσο σεβασμό στην αρχική γραφή, ώστε να μη χάσει ούτε την ουσία του αλλά ούτε και τη γοητεία του αρχικού κειμένου, θα επιβραβεύσει τον συγγραφέα ο οποίος πλέον των άλλων κράτησε και παραθέτει αυτούσια ορισμένα χωρία, ώστε να συντηρεί πέρα από την εκφραστική ποικιλία και αδιάσπαστη την ενότητα του αρχικού κειμένου με τη παράφρασή του.

Αλλά και ο απλός αναγνώστης, αυτός που αρέσκεται να διαβάζει ένα περιπετειώδες ανάγνωσμα, αναζητώντας απλά και μόνο την πλοκή, θα βρει μιαν «εν οδοιπορία αναζήτηση» με απίστευτες δυσκολίες και θα αρχίσει ξεφυλλίζοντας από τη πρώτη σελίδα για να φτάσει απνευστί- καθώς λέμε - στην τελευταία.

Εξ άλλου το αρχικό κείμενο του Ακακίου- που σωστά δέσωσε η απόδωσή του – είναι γεμάτο από παραπομπές σε χωρία της Παλαιάς αλλά και της Καινής Διαθήκης οι οποίες διανθίζουν , ισχυροποιούν, τεκμηριώνουν κατά έναν τρόπο τα γεγονότα και τις βαθύτερες σκέψεις των οδοιπόρων αλλά και –κατά την προσωπική μου άποψη-ερμηνεύουν για ένα σκεπτόμενο την σχέση της Παλαιάς με την Καινή Διαθήκη όπου «ουκ ήρθα καταλύσαι τον νόμον ή τους προφήτας αλλά πληρώσαι αυτόν» Παραπομπές οι οποίες γοητεύουν, θέλγουν, τόσο νοηματικά όσο και γλωσσικά με την απαράμιλλη σε πλούτο και αισθητική του ήχου τους ,γλώσσα της Αγίας Γραφής.

Φυσικά το αρχικό αγιολογικό κείμενο - με τη γραφή και τη γλώσσα του-μπορεί να μην τόσο ακραία δυσνόητο για ένα αναγνώστη που έχει περατώσει έστω τη στοιχειώδη εκπαίδευση είναι όμως οπωσδήποτε δυσανάγνωστο και χωρίς την απόδωσή του εν παραφράσει θα έμενε αγνοημένο από τους μη ειδικούς. Αυτού ακριβώς βρίσκεται η κεφαλαιώδης προσφορά του συγγραφέα ο οποίος μάλιστα προτάσσοντας ένα κατατοπιστικό εισαγωγικό σημείωμα προϊδεάζει τον αναγνώστη του για το κείμενο που θα διαβάσει.

Κι ακριβώς εδώ δημιουργείται μοιραία ο προβληματισμός: Άραγε πόσα τέτοια ανεκτίμητα έγγραφα υπάρχουν σε μοναστήρια , άλλα φυλαγμένα με ευλάβεια κι άλλα παραπεταμένα με αδιαφορία στο έλεος του ανεικτήρμωνα χρόνου ενώ θα μπορούσαν να συμβάλλουν τόσο στην ιστορική έρευνα όσο και στην ενδυνάμωση της πίστης μας, το σπουδαιότερο από όλα.

Ο συγγραφέας δεν παραλείπει να ευχαριστήσει –λειτουργώντας συνάμμα και πληροφοριακά-τους μοναχούς της Παναγίας της Χρυσοποδαριτίσσης οι οποίοι είχαν την επιμέλεια και τον μοναχό Συμεών ο οποίος αντέγραψε το αρχικό κείμενο, τον φιλόλογο τ. λυκειάρχη κ. Ηλία Σκόνδρα ο οποίος επεξεργάσθηκε το αρχικό κείμενο και έκανε τις όποιες διορθώσεις (κατά την ταπεινή μου γνώμη θεωρώ μάλλον λανθασμένη την παρέμβαση –και όχι από δική του πρωτοβουλία καθώς μαθαίνω-όσο κι αν είναι επιτυχημένη -και είναι πράγματι-σε ένα τόσο σημαντικό κείμενο, έστω με τα συντακτικά, ορθογραφικά, η χρονολογικά λάθη του, που όμως χαρακτηρίζουν σε τελευταία ανάλυση το πνευματικό επίπεδο του Ακακίου, την εποχή του και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες έγραψε και το οποίο μάλιστα παρατίθεται εν πλαισίω, ο έστιν ακριβές )

Αντίθετα το γλωσσάρι που παραθέτει η συμμετοχή της Κυρίας Αικατερίνης. Μαρτίνη- Οικονόμου, απολύτως αναγκαίο, ερμηνεύει κάποιες ιδιωματικές άγνωστες λέξεις.

Φυσικά αυτά δεν μειώνουν έστω κατά το ελάχιστο, την αξία της εργασίας του κ. Παν Μαρτίνη και τον επιβραβεύουν για την προσφορά του, με την ευχή να κοσμήσει τις βιβλιοθήκες όχι μόνο των Ποντίων ή των εκκλησιαστικών κύκλων, αλλά γενικότερα του Ελλήνων αναγνωστών .

Σταυρος Ιντζεγιάννης

Δεν υπάρχουν σχόλια: