Τρίτη 26 Αυγούστου 2014



   
                                                    ΚΑΘ ΟΔΌΝ   
ΕΠΕΑ ΠΤΕΡΟΕΝΤΑ

Εγώ δεν πιστεύω σε τίποτε –είπε. Άναψε τσιγάρο και φύσηξε τον καπνό επιδεικτικά  σαν θεριακλής καπνιστής. Σημάδι  περιφρόνησης- κάπως έτσι. Αντιπροσωπεύετε το κατεστημένο κύριε νουνέ (είναι και βαφτιστήρι μου το παλιοθήλυκο) Σκέτη μούχλα!
   Ο θείος της σηκώθηκε οργισμένος: Να χρωστάς χάρη στα ανθρώπινα δικαιώματα…
  -Και στην ισότητα των δύο φύλων, θείε. Αν τολμάς χειροδίκησε  εκάγχασε ο  δαίμονας. Γιατί σας κακοφαίνεται. Είμαι χειραφετημένη, σας αρέσει δε σας αρέσει και μη ξεχνάς  θειούλη μου ότι όπου νάναι τελειώνω πολυτεχνείο. Ο έστιν δε μιλάς με νιάνιαρο. Τουλάχιστον από τότε που έπαψε η  ερίτιμος αδελφή σου και μητέρα μου να με πηγαίνει από το χέρι στην εκκλησία σώνει και καλά να κοινωνήσω, δεν ξαναπάτησα στην εκκλησία. 
   Η κουβέντα που για μια στιγμή είχαμε  ελπίσει πως  πήγαινε στο  αστείο, γύρισε απότομα στο σοβαρό. Η αναθεματισμένη μίλαγε  σοβαρά! Φανερό πως το `λεγε και το πίστευε.
  - Και τα παιδιά που θα  κάνεις μεθαύριο όταν με το καλό παντρευτείς ;
  Ποιος την έκανε την ερώτηση; Φωτιά  ήταν σε μπαρούτι. Αρχίσαμε να μιλάμε όλοι.
  Δικό της πρόβλημα η αθεϊα αλλά τα παιδιά με ποιό δικαίωμα  τα ξεκόβεις από τη θρησκεία; Με ποιό δικαίωμα τα μαθαίνεις να περιφρονούν το Θεό; Που θα στηρίξεις  την ηθική, την αρετή, την τιμιότητα , την αγάπη στον συνάνθρωπο, την αλληλεγγύη, το σεβασμό στους γονείς και στην κοινωνία, στο νόμο, αν όχι στο λόγο του Κυρίου όπως μας δίνεται μέσα από τα  ευαγγέλια και τις παραβολές και το βίο των Αγίων;
  Η μάνα  της ( αχ μάνα) προσπάθησε να μπαλώσει τα πράγματα : καλά μην ακούτε τι λένε. Τα παιδιά σήμερα έχουν τις απόψεις τους . Είναι πιο μορφωμένα  από εμάς. Ας τους ακούμε και κάποιες φορές με συγκατάβαση.
  Ο σύζυγος  (και πατέρας της νεαράς) κάτι θέλησε να πει αλλά δίσταζε. Δεν πας εύκολα κόντρα στη συμβία σου. Ωστόσο μόλις  άνοιγε το στόμα του όλο και κάποιος τον διέκοπτε.
  Να μη πιστεύεις στη θρησκεία –σύμφωνοι. Έλα όμως στη θέση των παιδιών, που  άλλα μαθαίνουν στο σχολείο και άλλα στο σπίτι. Αντίθετα. που να βρουν άκρη. Πίστευε ο ένας -μη πιστεύεις ο άλλος! Εγώ ειμί Κύριος ο Θεός  σου. Το Α και  το Ω από τη μια μεριά.
  -Δεν υπάρχει τίποτε πέρα από τον άνθρωπο. Χάος. Σκότος. Άβυσσος από την άλλη
    Ο σύζυγος κάτι προσπάθησε να πει, αλλά πάλι τον  διέκοψαν.
    Ακούστηκε περισσότερο ο θείος ( συνταξιούχος στρατηγός τη παλιάς εποχής που δε σηκώνανε μύγα στο σπαθί τους) Εγώ δεν πιστεύω πως  πραγματικά  είσαι άθεη κορίτσι μου. Πως μέσα σου δε νοιώθεις δέος για την  υπέρτατη αρχή. Μη μου πεις ότι δεν ένοιωσες την ανάγκη να προσευχηθείς. Να ζητήσεις μια βοήθεια. Ένα στήριγμα στις δύσκολές στιγμές. Άλλο αν δε  θέλεις να το ομολογήσεις εν ονόματι  ενός δήθεν μοντερνισμού που σας βοηθάει να κάνετε επίδειξη. Να τραβήξετε την προσοχή των άλλων επάνω σας –όπως καλή ώρα τώρα με τον δήθεν μηδενισμό σου. Τι θα πείτε  αύριο- μεθαύριο στα παιδιά σας όταν τους μιλήσετε  για το καλό και το κακό, για την αρετή; Τι θα  απαντήσετε όταν σας ρωτήσουν γιατί δεν πρέπει να κλέβουν, να σκοτώνουν, να αδικούν;
     Για πες μου κορίτσι μου , με ποια  εφόδια ξεκινάς τη ζωή σου αυριανός επιστήμονας. Πως θα κυκλοφορήσεις  στην κοινωνία απαιτώντας από τους άλλους, αυτά που εσύ δεν πιστεύεις. Για πες μου αλήθεια  δεν έκανες ποτέ το σταυρό σου;
 - Ποτέ μου !
 -Ψέματα –επενέβη αυτή τη φορά – ο πατέρας της ευτυχής που για μια φορά τον άφηναν να μιλήσει
  Για ρώτησέ την στρατηγέ, πόσες λαμπάδες έταζε στην Παναγιά όταν έδινε  πανελλήνιες εδώ και τέσσερα χρόνια και πόσα ίσως ανάβει εν κρυπτώ και παραβύστω όταν έχει να περάσει ένα δύσκολο μάθημα Για ρώτησέ τη αυτή και τη μητέρα της πόσα κεριά τάζανε στον Αγι-Αντρέα όταν είχα πάθει το κοιλιακό ανεύρισμα. Όλα τα άλλα  είναι κουβέντες του αέρα. Έπεα πτερόεντα
   -Μα αυτό το κάναμε μπαμπά γιατί δε θα μας πηγαίνανε τα …μαύρα ούτε της μαμάς ούτε εμένα-είπε  γελώντας το παλιοθήλυκο και τον αγκάλιασε  φιλώντας τον τρυφερά!

                     ΣΤΑΎΡΟς ΙΝΤΖΕΓΙΑΝΝΗς







                                                                   ΚΑΘ ΟΔΟΝ
    ΣΤΟ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΙΣΩ ΑΝΗΦΟΡΑ

  Την πάνσεπτόν Σου κοίμησιν Παναγία παρθένε, αγνή, των αγγέλων τα πλήθη εν ουρανώ και ανθρώπων το γένος επί της γης μακαρίζομεν

   Πεζοπορούσα γυμνόποδη ή έρπουσα, ταπεινή ικέτης ανηφορίζει η πίστη, κομίζοντας  από της καρδιάς της τα βάθη, το δάκρυ της, ελάχιστη προσφορά στην Παναγιά τη Γηροκομίτισσα, συμμετέχοντας νοερά  στης «Γεσθημανής το χωρίον» όπου Απόστολοι εκ περάτων συναθροισθέντες κηδεύουν το σώμα Της και ο Υιός και Θεός μας παραλαμβάνει το πνεύμα Της.
   Παλαιά –αρχαία συνήθεια, ετούτη η ανάβαση στο μοναστήρι Της στο Γηροκομειό από την πίσω απότομη ανηφόρα, όπου παίρνει ένα διαφορετικό μήνυμα την παραμονή το βράδι, στο προσκύνημα της ιερής τη εικόνας της, της ιστορηθείσης υπό του Αποστόλου Λουκά ιεροτάτου.
   Όσα χρόνια μπορώ να θυμηθώ τον εαυτό μου, παίρνω να ανεβαίνω το στενό δρομάκι που οδηγεί στην πίσω πόρτα, κρατημένος από το χέρι της μάνας, με μια  άγνωστη δύναμη που μας κράταγε ακούραστους, παρά τον τόσο δρόμο (από την Αγία Σοφία όπου μέναμε ) και τα παιδικά μας πόδια
   Το βράδι θα πάμε στη μάνα μας, έλεγε, καθώς μας ετοίμαζε από νωρίς.  
   -Ποια μάνα μας; Στη γιαγιά;
   -Όχι. Αυτή είναι η άλλη μας μάνα. Η μάνα όλων των μανάδων της γης.
   -Και γιατί δε μένει μαζί μας-ρώταγε η παιδική απορία των τεσσάρων  ή πέντε χρόνων.
  - Πως δε μένει μαζί μας, αφού κάθε πρωί κάνεις την προσευχή σου μπροστά της.
   Έψελνε σε όλη τη διαδρομή η συγχωρεμένη μαζί με τη αδελφή της  -και θεία μου- και μαζί μεγαλώνοντας ψέλναμε κι εμείς «Δέσποινα και Μήτηρ του Λυτρωτού δέξαι παρακλήσεις αναξίων σου ικετών ίνα μεσιτεύσεις προς Τον εκ Σου τεχθέντα  ω Δέσποινα του κόσμου γενού μεσίτρια».
  Είχαμε μάθει απ΄έξω όλο το ψαλτήρι –δοξολόγημα για την Υψήλοτέραν των Ουρανών και καθαρωτέραν λαμπηδόνων ηλιακών την λυτρωσαμένην ημάς εκ της κατάρας την Δέσποινα του κόσμου.
  Έψελνε ωραία η μάνα κοντράλτα με τη θεία, υψίφωνο – όχι βέβαια στη βυζαντινή πιστότητα, αλλά πάντως ένα ακρόαμα που είχε το πάθος μιας από τα βάθη της καρδιάς δέησης .Ένοιωθες ότι δεν ήταν μια τυπική παράθεση στίχων, αλλά μια φωνή- προσευχή που ερχόταν από τα εσώτερα του συνειδητού .Μια λυρική ανάγκη πες, που προσπαθούσε να γονατίσει, να κλάψει, να παρακαλέσει την Παναγιά τη Γηροκομίτισσα: «Την δέησή μου δέξαι την πενιχράν  και κλαυθμόν μη παρίδης και δάκρυα και στεναγμόν, αλλ` αντιλαβού μου ως αγαθή και τας αιτήσεις πλήρωσον».. Κι άλλοτε πάλι  επειδή της άρεσαν της θείας τα λόγια- ήταν και φιλάσθενη κι αυτό της έμοιαζε σαν μια προσωπική επίκληση- έπιανε να ψέλνει: «Από των πολλών μου αμαρτιών ασθενεί το σώμα ασθενή μου και η ψυχή, προς Σε καταφεύγω την Κεχαριτωμένην ελπίς απελπισμένων Συ μοι βοήθησον»
  Δεν υπάρχουν πια, από χρόνια και μαζί τους φοβάμαι ότι χάθηκε κι εκείνο το μοναδικό, το ανεπανάληπτο, το τόσο ποιητικό,τόσο λυρικό ξέσπασμα από τα βάθη του είναι μας : «Χαίρε  θρόνε  πυρίμορφε Κυρίου, χαίρε θεία και μαναδόχε στάμνε, χαίρε χρυσή λυχνία, λαμπάς άσβεστος χαίρε των παρθένων δόξα και μητέρων ωράισμα και κλέος»!
   Κουράζονται τα πόδια πια. Λιποψυχεί το ανέβασμα της ανηφόρας που τότε  ήταν χωματόδρομος κακοτράχαλος, δύσκολος, ενώ σήμερα είναι άσφαλτος. Ξεχνώ πολλές φορές τα λόγια κι ας τα είχα  μάθει χρόνια και χρόνια να τα ψέλνω: «Διάσωσον  από κινδύνων τους δούλους Σου Θεοτόκε ότι πάντες  μετά Θεόν  εις Σε καταφεύγομεν ως άρρηκτον τείχος και προστασία».
  Ανεβαίνουμε βέβαια όπως πάντα στο μοναστήρι, από την απότομη στενή ανηφόρα της πίσω πόρτας, προσπαθώντας να τηρήσουμε την παράδοση και να σταθούμε όρθιοι και πιστοί, να μη προδώσουμε τις αρχές που μας μεγάλωσαν, όμως… Όμως κάτι έχει αλλάξει. Προσκυνούμε, ανάβουμε κερί,γονατίζουμε, προσευχόμαστε αλλά…
   Χτες καθώς ανεβαίναμε με τα εγγόνια μου πια, ο μικρός με ρώτησε: Παππού όλο κοιτάς δεξιά αριστερά .τι ψάχνεις, έχασες τίποτε;
  -Πώς να του πω. Πως να του εξηγήσω, ότι έψαχνα  εκείνη την παιδική  αγνότητα που με ανέβαζε ως επάνω ακούραστον. Πώς να του εξηγήσω ότι  το μόνο που απόμεινε από εκείνη την εκ βαθέων φωνή, είναι ένα δάκρυ – ένα δάκρυ ψυχής που καταθέτω ταπεινός στην εικόνα της :Επίβλεψον εν ευμενεία Πανύμνητε Θεοτόκε  επι την εμήν  χαλεπήν του σώματος κάκωσιν και ίασε της ψυχής μου το άλγος. Θεοτόκε παρθένε
                             Σταύρος Ιντζεγιαννης



                                               ΚΑΘ ΟΔΟΝ
      ΚΑΠΟΥΤΣΙΝΟ ΦΡΕΝΤΟ
   
    Το καλοκαίρι κάπως υποφέρεται.-είπε η καλή μας φίλη που φιλοξενούσε την απογευματινή συγγενική συντροφιά στη βεράντα της με τα γαρίφαλά της κι ένα γιασεμί να οργιάζει στο άρωμα.
  -Άλλωστε δε μπορούμε να πούμε  ότι είδαμε  καύσωνες Ούτε χρειαστήκαμε  το κλιματιστικό για να κοιμηθούμε. Αλλά αυτή καταχνιά.  Η ηθική, η οικονομική και πολιτική καταχνιά  που υπάρχει γύρω μας, λες  και μου κάθεται σαν ταφόπλακα πάνω μου- επάνω μας.
   -Η σήψη δε λες καλλίτερα.
  - Όχι. Όχι. Η σήψη είναι κάτι  διαφορετικό. Αφορά  ίσως  ένα κομμάτι. Ένα μέρος. Ένα όργανο. Είναι κάτι το αποκλειστικά προσωπικό. Εγώ λέω για την περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Αυτή εδώ τη συνολική καταχνιά που θολώνει τα πάντα. Δείτε: ένα γύρω ο κόσμος, η ζωή, η Δημιουργία θαρρείς πως  έχουν χάσει τη λάμψη τους .Είναι σα να πήρε κάποιος  ένα γκρίζο χρώμα και μαύρισε ό,τι ωραίο, ο,τι ηθικό, ό,τι πιο αισιόδοξο. Κοιτάς γύρω σου και δε διακρίνεις πια τίποτε. Το κάθε τι  μοιάζει χαμένο σε μια ομίχλη. Λες και κάποιος βάλθηκε ξαφνικά να διαγράψει όλα όσα κανοναρχούσαν και χαρακτήριζαν τη ζωή μας και προσπαθεί να ξαναγράψει νέους  κανόνες οικονομίας, πολιτικής ή το χειρότερο απ` όλα νέους κανόνες ηθικής γεννημένους στο  μυαλό παρανοϊκών ανθρώπων
   Από το κράτος μέχρι το τελευταίο φυσικό πρόσωπο, ζούμε στην απελπισία του γκρίζου, που δε σ` αφήνει να δεις πιο πέρα.
  Οι πολιτικοί; Βλέπεις πολιτικό και αναρωτιέσαι μη τι κι αυτός  εξ εκείνων ει; ( κάποτε μπαίνανε στην πολιτική πλούσιοι και φεύγανε  θεόφτωχοι ) Κακό βέβαια, αλλά σήμερα γίνεται το αντίθετο. Φεύγουν  πάμπλουτοι. Ακόμη χειρότερο κακό!
  Τα σκάνδαλα διαδέχονται το ένα το άλλο. Καθημερινό ανάγνωσμα τα φακελάκια των γιατρών, τα γρηγορόσημα (!) των Δημοσίων Υπηρεσιών, οι μίζες των μεσαζόντων, οι λαθροχειρίες των εργολάβων, τα λάθη του οικονομικού  επιτελείου για τα οποία το ίδιο Υπουργείο  παραδέχεται την προχειρότητα των νόμων και …«κάντε ένσταση  να το δούμε, αφού όμως πληρώσετε την πρώτη δόση» Αγανακτισμένη η αστική τάξη που ανέκαθεν υπήρξε η ραχοκοκαλιά της συντηρητικής παράταξης. -Στο γόνατο φτιάχνονται οι νόμοι αναρωτιέται ο  λαός.
   Δεν θα ο υπάρξουν περικοπές  θριαμβολόγησε ο κ Πρωθυπουργός και ο συνεπικουρών κ Βενιζέλος, ήδη όμως οι συντάξεις και τα άλλα ταμεία περικόπηκαν  εν όψει του ότι … « του χρόνου δεν θα κρατηθούν οι αναλογούντες φόροι»  
  -Του χρόνου; Εδώ λέμε  για το τι θα φάμε σήμερα!!!
   Ακόμη χειρότερα τα πράγματα στον τομέα της ηθικής, όπου αρχές και παραδόσεις  σβήνονται χωρίς αιδώ από τη μια μέρα στην άλλη. Η ηθική ξαναγράφεται από την αρχή με βάση τα Αμερικανικά πρότυπα όπου « χάνει η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα » και όχι σα σχήμα λόγου αλλά σαν κανόνας  του νέου «Ευ φέρεσθαι» Εκείνο το Αριστοτελικό «Ευ και μετ` αρετής  ζειν» θεωρείται ξεπερασμένο μπροστά στην αδήριτη πραγματικότητα, όπου κανόνα συμπεριφοράς αποτελεί η πλήρης και αχαλίνωτη ελευθερία εν παντί και πάντα. Αιδώς; Τι σημαίνει ; Αγνωστη λέξη!!!
   Έβλεπα προχθές στην οδό Κορίνθου νεαρό  ζευγάρι με το μωρό τους. Η νεαρά κυρία φορούσε (φορούσε ;) ένα κοντό παντελονάκι που θα μπορούσες  να το πεις και…μαγιό(!!!) και μια μπλούζα.. (ήμαρτον Κύριε!) που άφηνε ακάλυπτα τα 9/10 του σώματός της .Και δίπλα της ο σύζυγος –προφανώς-που την κρατούσε από το μπράτσο καμαρώνοντας (!) σα να έλεγε για δείτε τι γυναίκα και με τι…σωματικά προσόντα  έχω εγώ!!!
   Θυμήθηκα τον μακαρίτη τον πατέρα που πηγαίνοντας σε μια δεξίωση με τη μάνα έβαλε τις φωνές : Ευγενία ντροπή, μας βλέπει ο κόσμος!!!( Η συγχωρεμένη είχε φορέσει μια έξωμη τουαλέτα όπως συνηθίζεται στις  δεξιώσεις).Ανένδοτος ο πατέρας,  μέχρι που αναγκάστηκε να ρίξει επάνω της  μια εσάρπα!
    Μας βλέπει ο κόσμος –αυτό μου έχει μείνει από εκείνη την ιστορία. Τώρα κάνουμε το αντίθετο. Η γυναίκα γδύνεται ακριβώς… για να μας δει ο κόσμος και ο σύζυγος δίπλα της καμαρώνει για τη γύμνια της!!
   -Μα είναι νέοι! Και λοιπόν. Είναι και η ηθική θέμα ηλικίας. Με τι πρότυπα μεγαλώνουν τα παιδιά; Όποιος μικρομάθει δεν μεγαλοαφήνει
λέει ο λαός.
Τι μικρομαθαίνουμε τα παιδιά μας λοιπόν;
 Απορία ψάλτου βηξ-συμπέρανε γελώντας  κάποιος της συντροφιάς. απολαμβάνοντας τον…καπουτσίνο. Βλέπετε ακόμη κι ο καφές ακολούθησε τη μόδα. Ο βαρύ γλυκός των πατεράδων μας έγινε  καπουτστίνο φρέντο!
                                  Σταυρος Ιντζεγιαννης

Δεν υπάρχουν σχόλια: