Σάββατο 14 Μαΐου 2016

γνωμη


 

                                      ΕΝ ΚΑΤΑΚΛΕΙΔΙ

   Ο ΝΥΜΦΙΟΣ

 

 

   Μεγάλη Δευτερα. Η ακολουθία του Νυμφίου

   Η κυρά –Τασία έριξε μια ματιά κατά τη μεριά των ανδρών. Στο στασίδι του ο Γερασιμάκης της  σιγόψελνε ακολουθώντας το  τροπάριο. « Ιδού ο Νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός».Κοιλίτσα, φαλάκρα, μυωπικά γυαλιά, πουκάμισο  ξεκούμπωτο στο επάνω μέρος στο γιακά και γραβατούλα πολύχρωμη, πλατειά, με ένα κόμπο τόσο δα σφιχτό- σφιχτό, που είναι ζήτημα αν ποτέ τον είχε λύσει από τότε που χρόνια πριν, του την είχαν χαρίσει στη γιορτή του.

    Ιδού ο νυμφίος της

    Βέβαια αλλιώς τον φανταζότανε παιδούλα  τον νυμφίο.

  Ήταν εκείνα τα παλικαράκια που περνούσαν κάτω από τα παράθυρά της και χαζογελάγανε πειράγματα ή κάποιοι  στη καφετέρια  κορτάκηδες  που διηγούτανε τολμηρά  ανέκδοτα στην καφετέρια .Η αλήθεια είναι πως μια δυο φορές είχε τραβηχτεί μαζί τους  παραέξω  στο δάσος ή σε κάποια εκδρομή. Και παλαιότερα στο σχολείο  κάποιες παρέες ,αλλά πανάθεμά τους  όλοι  τους σου και μου και θα και «εγώ να δεις» αλλά από στεφάνι μηδέν του μηδενός. Ούτε στα ψέματα δεν το  

μελετάγανε. Άσε που ένας-δυο που της προξενεύανε ρωτούσαν πρώτα  για την προίκα.

  Ποια προίκα! Ένα δυαράκι που μένανε με τη μάνα της. Τι δηλαδή να την πετάξει έξω ή να τη στείλει στο γηροκομείο; 

  Κάποια φορά  τόλμησε και το προχώρησε  λίγο. Πήγε στη γκαρσονιέρα του Γρηγόρη του κομμωτή, αλλά παρά τρίχα να την πατήσει  και να χορέψει γκέο βαγκέο. Ευτυχώς πρόλαβε και την τελευταία στιγμή συνήλθε , πάνω στο …τσακ και τώβαλε στα πόδια΄

   Από τότε-μα τη λαχτάρα που πήρε- ούτε που τόλμησε να ξαναβγεί με κανέναν κι ας ήταν πολλοί οι καλοθελητές.

  «Να πάμε ένα σινεμά, να πάμε για παγωτό, να πάμε  βόλτα με το καινούργιο μου αμάξι» τάχα μου- τάχα μου!

   Έκατσε φρόνιμα – φρόνιμα στο σπίτι κι ούτε που σκέφτηκε να ξεπορτίσει με τις παρέες. Έκατσε πίσω από το παραθύρι της  καρτερώντας τον νυμφίο και κάθε που χτύπαγε η πόρτα , χτύπαγε τικ – τακ και η καρδιά της .Ιδού ο νυμφίος!

  Όχι δεν ήταν ο νυμφίος.

  Ο δικός της ο νυμφίος ήταν ο Γερασιμάκης.

Μικρομαγαζάτορας  στη γειτονιά. Κουβαρίστρες, ψιλικά, λαμπόγυαλα, φάκελα, κάρτες, εργόχειρα. Κονομημένος, καλός νοικοκύρης ,με εκτίμηση στην αγορά ένα γύρω. Φόραγε μάλλινες φανέλες και σώβρακα μακό που τη τσιμπάγανε κάθε που την αγκάλιαζε( άσε που ροχάλιζε κιόλας) αλλά κατά τα άλλα είχε  καρδιά χρυσάφι. Ούτε που της στέρησε τίποτε. Ούτε που της αρνήθηκε μια έξοδο, μια εκδρομή με την ενορία στα Ιεροσόλυμα ή  στην Παναγιά  στη Τήνο. Κυρία με τα όλα της. Κι ούτε που σήκωσε ποτέ του χέρι να τη χτυπήσει, εξόν από μια φορά που του φάνηκε πως γλυκοκοίταζε τον Χαρίλαο τον κουμπάρο τους Μία όλη κι όλη. Κι αυτή  από παρεξήγηση.

   Όμως….Όμως όπως και να το κάνεις άλλο σγουρός βασιλικός κι άλλο ή…ασφάκα!

   Θα μου πεις βιάστηκε. Είχε αρρωστήσει και η κυρά Θάλεια η μάνα της –ο πατέρας της τους είχε αφήσει χρόνους από τότε που ήτανε ακόμη δώδεκα χρονών-και χρειαζότανε ένα  άντρα στο  σπίτι να τους φροντίζει. Τι να τους κάνει μια σύνταξη που έπαιρνε από τον πατέρα της, ανθυπασπιστή της άλλοτε  χωροφυλακής. Κάλιο πέντε και στο χέρι παρά δέκα και καρτέρει σκέφτηκε. Δε ξέρεις τι γίνεται καμιά φορά άσε να σιγουρευτούμε! Είπε το «ναι» και έγινε η κυρία Γερασιμάκη Κοντολαίμη.

   Όμως… όμως  κάθε Κυριακή των  Βαϊων, εκεί με τη σύνοψη στο χέρι, καθώς  έψελνε «βλέπε ουν ψυχή μου μη τω ύπνω παραδοθείς..» δε μπορούσε να μην αναλογιστεί τη ζωή της που αλλιώς την περίμενε. Όχι δηλαδή πως δεν της ήρθαν  καλά, αλλά… αλλά!

  Εκείνος ο Γρηγόρης ο κομμωτής εκείνο το απόγευμα στη γκαρσονιέρα του… αχ!!!

   Ο Γερασιμάκης στην απέναντι πλευρά-θέσεις ανδρών- κράταγε τον ίσο μουρμουρίζοντας μαζί με τον ψάλτη « και μακάριος ο δούλος…»

  Τόσο μακριά, μέσα σε τόσο κόσμο, που να δει ένα δάκρυ που τρεμόπαιζε στα μάτια της κυρά Τασίας του κι έσταξε πάνω στη σύνοψη  ακριβώς  εκεί που  έγραφε : Ιδού ο Νυμφίος !

                          Σταύρος Ιντζεγιάννης

  

  

Δεν υπάρχουν σχόλια: