Δευτέρα 11 Δεκεμβρίου 2017

ΕΚΚΛΗΣΙΛΟΛΟΓΟΣ 20/ 10/17

                                                            ΚΑΘ ΟΔΟΝ
       Η  ΠΙΣΤΗ MAΣ

     Τη υπερμάχω στρατηγώ τα νικητήρια. Προεόρτια του  πολέμου του `40.Του ΟΧΙ που στηρίχτηκε στου Χριστού την πίστη την Αγία. Γιατί ήταν η εποχή που πιστεύαμε. Πιστεύαμε με όλη τη δύναμη της ψυχής μας, ότι η υπέρμαχος Στρατηγός ήταν μαζί μας. Το έχω ξαναγράψει: «Με το που έριξε ο ανθυπολοχαγός τη φωτοβολίδα , ορμήσαμε μια διμοιρία έξω από το χαράκωμα και βαλθήκαμε να τρέχουμε καταπάνω στο Ιταλικό πολυβολείο, ακάλυπτοι, φωνάζοντας αέρα. Και τότε μα την αλήθεια την είδα- όπως με βλέπεις και σε βλέπω-μια μαυροφορεμένη γυναίκα έτρεχε μπροστά μας, έχοντας απλωμένα τα χέρια να μας καλύπτει, να μας προστατεύει. Και μη μου πεις ότι ήταν η φαντασία μου –όπως έλεγαν πολλοί, ότι τάχα είμαι  αλαφροϊσκιωτος και μου φάνηκε. Κανείς όμως δεν μπορεί να μου εξηγήσει , πως έγινε και 30 άντρες  να τρέχουμε ακάλυπτοι κατά το ύψωμα απ`όπου το Ιταλικό μυδράλιο θέριζε και δεν τραυματίστηκε ούτε ένας. Μ` ακούς ούτε ένας. Εξήγησέ μου το. Την είδα σου λέω »  Ο Χρήστος ο Σαμαντάς  -μαχητής του `40 στην πρώτη γραμμή- που μου διηγήθηκε τη σκηνή σε ένα καφενείο στη Κόνιτσα όπου υπηρετούσα τη θητεία μου το 1953 -όπως την έζησε σε μια αντεπίθεση στη Γκραμπάλα, είχε πέσει επάνω στο τραπέζι κι έκλαιγε με αναφιλητά και μαζί του με παράσυρε κι εμένα. 
     Πιστεύαμε. Ήταν η μεγαλύτερη θωράκιση που είχε η Ελλάδα. Στις μαρτυρίες του πολέμου εκείνου, συναντάμε  τις Ελληνίδες , να αποχαιρετάνε τον γιο ή τον αδελφό, τον πατέρα, τον σύζυγο με την ευχή: «Η Παναγιά μαζί σου». Δεν είναι μια στερεότυπη φράση. Είναι η βαθύτερη πίστη της μάνας,  που ξεπροβόδιζε το γιο ως τη στροφή του δρόμου και τον σταύρωνε, μέχρι που χανότανε από το οπτικό της πεδίο. Δε φοβάμαι –γράφει ένας στρατιώτης από το μέτωπο (Μαρτυρίες του `40 της Φαφαλιού – Πατέρα) γιατί έχω μαζί μου το φυλαχτό που φορούσε ο πατέρας στη Μικρά Ασία και γύρισε ζωντανός.
  Διαβάζοντας προ ημερών την άποψη των Ιταλών για τον πόλεμο του `40, διάβαζα την εξομολόγηση ενός Ιταλού στρατιώτη της μεραρχίας Τζούλια , δηλαδή των αλπινιστών που κατέλαβαν τις πρώτες ημέρες το πέρασμα στη Σαμαρίνα, στην Πίνδο, που την υπερασπιζότανε ο Δαβάκης. « Δεν είναι αλήθεια, έλεγε, ότι είμαστε δειλοί. Πολεμήσαμε γενναία, αλλά δεν πιστεύαμε. Ο Μουσολίνι μας είχε φανατίσει, αλλά δεν είχε μπορέσει να μας κάνει να πιστέψουμε ότι αυτό ο πόλεμος ήταν δίκαιος κι αυτό ήταν το σπουδαιότερο. Αντιμετωπίζαμε στρατιώτες σαν κι εμάς που πολεμούσαν με νύχια και με δόντια να  σώσουν τα χώματά τους,  την οικογένειά τους, τις περιουσίες τους .Πολεμούσαν γαντζωμένοι στις ρίζες τους απ` όπου δεν μπορούσες να τους αποκόψεις. Όταν πιάσαμε κάποιους αιχμαλώτους, ντρεπόμαστε  να τους κοιτάξουμε στα μάτια. Αυτοί πολεμούσαν να σώσουν την πατρίδα τους, ενώ εμείς  για την τρέλα ενός παράφρονα ηγέτη »
   Ένας Ιταλός ιερωμένος  που ακολουθούσε τον στρατό, εξομολογήθηκε σε Έλληνα φοιτητή χρόνια μετά « Δίσταζα να προσευχηθώ στην Μαντόνα να βοηθήσει το στρατό μας, γιατί ήξερα ότι κάναμε ένα  έγκλημα. Τι να προσευχηθώ; Βοήθησέ μας να εγκληματήσουμε ;»
    Λένε πώς ο Κολοκοτρώνης δεν ξεκινούσε για μάχη, αν δεν πήγαινε  ο παπάς να βλογήσει τα  μπαϊράκια , τις σημαίες δηλαδή.  Κάποτε  ήταν  να στήσει ενέδρα στο πέρασμα του εχθρού, αλλά ο παπάς αργούσε να έρθει να τους ευλογήσει. Κάποια στιγμή φάνηκε από μακριά να έρχεται  λαχανιασμένος .
 -Έλα  χριστιανέ μου, του έβαλε τις  φωνές . Μεσημεριάσαμε.
  -Με συμπαθάς καπετάνιε, αλλά καθώς ερχόμουνα,  είδα τη χήρα του μακαρίτη του Γιώργη  του Μπαλωμένου που σκοτώθηκε τις προάλλες σε μια χωσιά και προσπαθούσε να κάνει χωράφι κι είπα να τη βοηθήσω, γιατί δε μπορούσε γυναίκα πράμα!
 -Για άκου δω του είπε γελώντας ο Κολοκοτρώνης « Ή παπάς – παπάς ή ζευγάς –ζευγάς» κι από τότε  είναι που  το λέμε για όσους προσπαθούν να κάνουν  δυο δουλειές μαζί. Ευτυχώς η Ελλάδα τα έχει βάλλει στη σωστή τάξη. Πρώτα ο παπάς να πει το «εκ παντίων με κινδύνων ελευθέρωσον» και με την πίστη αυτή να κερδίσει την ύπαρξη του ο Ελληνισμός στους αιώνες!
   Πιστεύουμε άραγε σήμερα ή  απλώς κάνουμε το σταυρό μας μηχανικά ; Υπάρχει μέσα μας εκείνη η πίστη που φλόγιζε τους γονείς μας και σωθήκαμε μέχρι σήμερα;

Σταύρος Ιντζεγιάννης 

Δεν υπάρχουν σχόλια: